Του Πανου Λιβερη
το αρθρο ειναι προδημοσιευση απο τον Αγγελιοφορο της Πεμπτης 11 Νοεμβριου 2010
Γκιουλέκα, Μπουτάρη ή αποχή;
Ένα τρίλημμα ή ορθότερα δύο διλήμματα με κοινό όρο την αποχή, που θα αντιμετωπίσουν οι 100.000 Θεσσαλονικείς που απείχαν στον πρώτο γύρο καθώς και οι 35,5 χιλιάδες που ψήφισαν άλλους υποψηφίους. Όλοι αυτοί θα κρίνουν με τη στάση (ή την απόστασή τους από την κάλπη) την εκλογή του νέου Δημάρχου της πόλης. Το βάρος τους είναι μεγαλύτερο από τις λιγότερες από 90.000 ψήφους που δόθηκαν αθροιστικά στους δύο μονομάχους κατά την πρώτη Κυριακή. Είναι όμως βέβαιο ότι από το δυναμικό των 135.500 ψήφων, ένα μικρό μόνο κλάσμα θα ψηφίσει διαφορετικά στη δεύτερη Κυριακή. Και τι λόγο έχει, άλλωστε;
Οι τρέχουσες αυτοδιοικητικές εκλογές στο Δήμο Θεσσαλονίκης επηρεάστηκαν:
− από την έντονη πολιτική πόλωση λόγω Μνημονίου όπως σε όλη τη χώρα, αλλά και
− από τις τοπικά χαρακτηριστικά, που αναδεικνύουν σε ιδιαίτερη περίπτωση τις εκλογές στην πόλη μας.
Ήδη πριν από τις εθνικές εκλογές του 2009 θεωρούνταν ότι οι εκλογές στο Δήμο Θεσσαλονίκης ήταν το σημαντικότερο πεδίο πιθανής ανατροπής. Η Θεσσαλονίκη ήταν το πιθανότερο «κάστρο» που κατείχε επί ένα τέταρτο αιώνα περίπου η Κεντροδεξιά, το οποίο ήταν πιθανό να αλλάξει χέρια. Η διακυβέρνηση της Θεσσαλονίκης από τη συντηρητική παράταξη δεν έχει σχέση με την αντίστοιχη της Αθήνας. Η μετριότητα του εντόπιου προσωπικού σε πολιτικό, επιχειρηματικό ακόμη και εκκλησιαστικό επίπεδο, οδήγησε στη σταδιακή έκπτωση της πόλης από τη θέση της «συμπρωτεύουσας», θέση που κατείχε απέναντι στην πρωτεύουσα τόσο του βυζαντινού, όσο και του ελληνικού κράτους. Ιδιαίτερα την τελευταία 25ετία εκδηλώθηκαν βαθύτερες διεργασίες οπισθοδρόμησης ή χάθηκαν ευκαιρίες στο βαλκανικό χώρο, με συνέπεια να ξεθωριάσουν ορισμένα από τα πιο ιδιαίτερα χαρακτηριστικά ή από τα σημεία υπεροχής της πόλης απέναντι στην Αθήνα. Ενδεικτικά θα σχολιάσω την Έκθεση, το λιμάνι, το φεστιβάλ κινηματογράφου και τις αστικές συγκοινωνίες.
■Η Έκθεση έχασε το διεθνή (και αδιαμφισβήτητα διαβαλκανικό) και εμπορικό της χαρακτήρα, μετέπεσε σταδιακά σε καταναλωτική έκθεση και ως τέτοια, υπολείπεται, φυσικά, από τις πολλές και πολυπληθέστερες εκθέσεις του λεκανοπέδιου της Αθήνας, όπου εδρεύει η μεγαλύτερη αγοραστική δύναμη της χώρας.
■Το λιμάνι όχι μόνο δεν κατάφερε να γίνει πύλη της Βαλκανικής ενδοχώρας, αλλά δεν προσέλκυσε καν το επενδυτικό ενδιαφέρον διεθνών επενδυτών όπως ο Πειραιάς, χάνοντας ραγδαία μερίδια από αντίπαλα λιμάνια των απέναντι ακτών του Αιγαίου και της Μαύρης Θάλασσας.
■Το φεστιβάλ κινηματογράφου έχασε τη μοναδικότητά του κι αντιμετωπίζει πλέον τον κίνδυνο να θεσπιστεί παρόμοιο φεστιβάλ εθνικής κινηματογραφίας στην Αθήνα, ιδιαίτερα μετά τις ομιχλώδεις κινήσεις για την ανάταξη του ελληνικού σινεμά.
■Η οργάνωση των αστικών συγκοινωνιών, όπως και άλλες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες (Express Service, Goodys, ΙΚΕΑ) δοκιμάστηκαν θετικά στις συνθήκες της «αρκούντως μεγάλης πόλης», πριν αντιγραφούν στην Αθήνα. Με τη διαφορά ότι εκεί, οι συγκοινωνίες εμπλουτίστηκαν σε ποικιλία (τρόλεϋ, τραμ, μετρό), ενώ εδώ - παρά το σαφές πλεονέκτημα στις δεκαετίες ’60 και ’70 - το συγκοινωνιακό έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο, η δε ποικιλία μέσων μεταφοράς περιορίστηκε: η θαλάσσια διασύνδεση των κοντινών ακτών του Θερμαϊκού κόλπου, αντί να εκσυγχρονιστεί, απλά καταργήθηκε.
Ως ένας Σαλονικιός που έζησε πολλά χρόνια στην Αθήνα, αντιλαμβάνομαι καθαρά και με παράπονο, το πόσο έχει μείνει πίσω η Θεσσαλονίκη την τελευταία 25ετία. Δεν έχει πλέον καμία σχέση με τη θέση και το ρόλο άλλων «δεύτερων πόλεων», όπως είναι η Βαρκελώνη απέναντι στη Μαδρίτη, το Μιλάνο απέναντι στη Ρώμη ή ακόμη και η «τρίτη» Σμύρνη απέναντι στην Άγκυρα και την Πόλη. Εδώ τα μόνα θέματα που μεγεθύνονται είναι η ανεργία, ο όγκος των σκουπιδιών, ο αριθμός των κυκλοφορούντων Ι.Χ. και φυσικά τα τραπεζοκαθίσματα. Σε πρόσφατη εκδήλωση παρουσιάστηκαν οι λύσεις άλλων παραθαλάσσιων πόλεων σε αυτά τα καθημερινά προβλήματα, λύσεις που γέννησαν θλίψη και σαρκασμό στο ακροατήριο.
Ο καθένας με το δικό του τρόπο αντίληψης, πολλοί Θεσσαλονικείς βιώνουν αυτή την έκπτωση της πόλης απέναντι στην Αθήνα, αλλά και τον πιο αργό βηματισμό ή την οπισθοδρόμησή της απέναντι σε άλλες επαρχιακές πόλεις που έχουν ανθίσει (Ιωάννινα), βελτιώσει την εικόνα τους (Λάρισα) ή σχεδιάσει το μέλλον τους (Έδεσσα). Τα παραδείγματα είναι επιλεκτικά και όχι αποκλειστικά. Περιορίζονται δε στον ελλαδικό χώρο και δεν επεκτείνονται στην ευρύτερη ανατολική πλευρά της Ευρώπης, όπου συντελούνται ορισμένες εντυπωσιακές μεταμορφώσεις πόλεων του μεγέθους της Σαλονίκης. Ένα είναι σίγουρο: ο κόσμος αλλάζει και εμείς μένουμε πίσω. Όπου δε υπάρχει στασιμότητα αναπτύσσονται φαινόμενα σαπίλας, όπως ήταν η συστηματική υπεξαίρεση πόρων του Δήμου από στελέχη του, υπό την άγνοια (ή μήπως επίγνωση;) του αποσυρθέντος Παπαγεωργόπουλου. Ή όπως η παρέμβαση του Άνθιμου στον προεκλογικό αγώνα, ο οποίος υπενθύμισε πόσο «μεσαιωνική» μπορεί να είναι η δομή εξουσίας σε μια πόλη, ήδη στις αρχές του 21ου αιώνα.
Η στασιμότητα δεν έμεινε χωρίς αντίδραση. Ήδη από τις προηγούμενες αυτοδιοικητικές εκλογές (2006) η ψήφιση με 16% της ανεξάρτητης - και «αντάρτικης» απέναντι στο ΠΑΣΟΚ και το ΣΥΝ - Πρωτοβουλίας γύρω από τον Μπουτάρη, σηματοδότησε την αντίδραση ενός τμήματος της τοπικής κοινωνίας στις ανεπάρκειες του πολιτικού (και όχι μόνο) προσωπικού της. Η επιδείνωση του κλίματος με το σκάνδαλο που ξέσπασε κατά την τελευταία θητεία Παπαγεωργόπουλου οδήγησε στην εμφάνιση αρκετών κινήσεων ενεργών πολιτών, με διακομματική σύνθεση, που φιλοδοξούσαν να συμβάλλουν στην ανατροπή της εικόνας της πόλης. Στην ενεργοποίηση των δημοτών συνέτεινε η ματαίωση του έργου της υποθαλάσσιας λεωφόρου, που έδειξε και την αναποτελεσματικότητα των πολιτικών ηγεσιών να φέρουν σε πέρας ένα μεγάλο έργο, αλλά και τα περιθώρια για επιτυχή παρέμβαση των αντιδρώντων δημοτών.
Η επιτυχής καταγραφή της κίνησης Μπουτάρη το 2006 ενθάρρυνε πολλούς να τον μιμηθούν. Όλοι αυτοί θεωρούσαν δεδομένο ότι αποκλείεται το ΠΑΣΟΚ να υποστηρίξει το πρόσωπο που εξομοίωσε την υποψήφιά του (Αράπογλου) με τον Παπαγεωργόπουλο. (Η περίφημη απαξιωτική φράση ενός ατίθασου Μπουτάρη, που δεν υποτάσσεται στο πολιτικό savoir-vivre, κινδυνεύει να γυρίσει μπούμεραγκ εις βάρος του, σήμερα.)
Ευάριθμοι μνηστήρες (Ευθυμιάδης, Παπαθεμελής, Τζήκας, Μάτης) εμφανίστηκαν από την κεντροδεξιά μέχρι την οικοαριστερά, διεκδικώντας να πετύχουν εκεί που ο Μπουτάρης απέτυχε την προηγούμενη φορά. Ταυτόχρονα οι κινήσεις ενεργών πολιτών, χωρίς να προβάλλουν δικό τους υποψήφιο, επεδίωκαν τη δημοκρατική συνεννόηση για την ανάδειξη ενός κοινού προγράμματος και υποψηφίου, που θα ανέτρεπε το «καθεστώς» Παπαγεωργόπουλου.
Η διαπλοκή της ηγεσίας του Δήμου με τους μαγαζάτορες της νύχτας, τους προμηθευτές Δημοσίου, τη σκοταδιστική εκκλησία καθώς και η κατάχρηση του Ταμείου του Δήμου δημιούργησε τόση απέχθεια που οδήγησε σε κάτι πρωτοφανές: όλες οι αντιπολιτευόμενες παρατάξεις κέντρου και αριστεράς («πλην Λακεδαιμονίων» του ΚΚΕ), μαζί με τις κινήσεις ενεργών πολιτών, συνδιαλέχθηκαν για τέσσερις περίπου μήνες και συμφώνησαν σε ένα κοινό προγραμματικό πλαίσιο, καθώς και μια πιο συμμετοχική και αμεσοδημοκρατική λειτουργία της Δημοτικής Αρχής. Το λεγόμενο «Διαπαραταξιακό» υπήρξε πράγματι μοναδικό φόρουμ διαλόγου όπου συμμετείχαν συνιστώσες του ΠΑΣΟΚ, των Οικολόγων, της Αριστεράς, των Κοινωνικών Κινημάτων και ατόμων με αναπηρίες της πόλης.
Το Διαπαραταξιακό δεν κατάφερε να φθάσει σε συμφωνία όλων των συμμετεχόντων για το πως θα αναδειχθεί κοινός υποψήφιος. Η έλξη που παράγεται από την πολιτική επιλογή φαίνεται ότι δεν είναι τόσο ισχυρή όσο τα συμφέροντα των παραβατικών μαγαζατόρων και των αποκλειστικών προμηθευτών, που γρήγορα συσπειρώθηκαν γύρω από ένα και μοναδικό διάδοχο του πολιτικού τους εκπροσώπου: έναν πρώην υπάλληλο στα μέσα ενημέρωσης του Παπαγεωργόπουλου, που εξυπηρετούσε τόσο καλά τα καθήκοντά του, ώστε αναδείχθηκε και σε βουλευτή. Η κομματική θερμοκοιτίδα ανατρέφει με ασφάλεια διαδόχους των φθαρμένων.
Η αδυναμία συνεννόησης των αντιπολιτευόμενων σε ένα κοινό πρόσωπο δεν αναιρεί τη σημαντική παρακαταθήκη που σωρεύτηκε από την τετράμηνη δημοκρατική συνεννόηση. Όπως παραδέχθηκε πρόσφατα ο Μπουτάρης, οι κοινές επεξεργασίες του «Διαπαραταξιακού» είναι πολύτιμη παρακαταθήκη και η ανανέωση της λειτουργίας του σε περίπτωση εκλογής του, θα δώσει ένα χρήσιμο think tank (συμβουλευτικό όργανο), που θα προετοιμάζει προτάσεις και κοινωνικές πρωτοβουλίες, ενώ θα επιτρέπει την επίλυση αρχικών διαφωνιών της νέας δημοτικής αρχής με την αριστερότερή της αντιπολίτευση.
Η γνωριμία σε ανθρώπινο επίπεδο στελεχών που ήταν ταμπουρωμένοι σε διαφορετικούς πολιτικούς χώρους ή πολιτών που δεν είχε τύχει να γνωριστούν πριν τον τετράμηνο διάλογό τους, έχει δημιουργήσει τις προϋποθέσεις αποτελεσματικής επικοινωνίας. Ακόμη κι αν οι επίσημες δηλώσεις των άλλων παρατάξεων δεν δηλώσουν με σαφήνεια την υποστήριξη προς τον Μπουτάρη, είναι προεξοφλημένο ότι την υπονοούν.
Την υποστήριξη στον Μπουτάρη υπονοεί ο Μηταφίδης του ΣΥΝ, που υπήρξε με το μετρημένο και ενωτικό του στυλ, ακρογωνιαίος (κυριολεκτικά) λίθος του «Διαπαραταξιακού». Την υπονοεί ο Μάτης που πέτυχε ακριβώς τον στόχο που προσωπικά είχε θέσει (3,45%, όσο το αποτέλεσμα των Οικολόγων – Πράσινων στις εθνικές εκλογές του 2009). Εδώ δεν υπήρχαν περιθώρια αύξησης μια που άλλα στελέχη των Οικολόγων – Πράσινων συμμετείχαν στο ψηφοδέλτιο Μπουτάρη.
Όλοι αυτοί αντιλαμβάνονται ότι η δυναμική περί τον Μπουτάρη ξεπερνά το πρόσωπο του επικεφαλής της «Πρωτοβουλίας». Ηγετικά στελέχη κινημάτων της πόλης, όπως οι Street Panthers, αυτοδιοικητικές φυσιογνωμίες προερχόμενες τόσο από το ΠΑΣΟΚ, όσο και από τον ενιαίο ΣΥΝ, νέοι πολίτες με σφρίγος και ιδέες, συνιστούν ένα αμάλγαμα πολύ δημιουργικών ανθρώπων, που δεν μπορεί κανείς να το εξισώσει με το δυναμικό που ανέλαβε να συνεχίσει το έργο του Παπαγεωργόπουλου, του Άνθιμου και του Ψωμιάδη.
Αφορά αυτό το δυναμικό τους δημότες που απείχαν; Άλλους ναι και άλλους σαφέστατα όχι.
Δεν αφορά αυτούς που η αγανάκτηση για το προσωπικό τους στρίμωγμα από την οικονομική κρίση (που προϋπήρξε του Μνημονίου), τους ωθεί σε αντικοινωνικό αυτισμό και ένα «δεν πάνε να ... όλοι τους». Αφορά όμως τον σοσιαλιστή που υπογράμμισε την αντιηγετική του δυσφορία, χωρίς να προτίθεται να αφήσει τον Άνθιμο να ορίζει ποιος θα είναι ο «άρχων» της πόλης υπό τη σκιά του.
Δεν αφορά τον επαναστάτη που θεώρησε ότι «τα έζησε όλα στα Δεκεμβριανά», αλλά αφορά τον αντιαυταρχικό οπαδό της άμεσης δημοκρατίας, που περιμένει να δει στις διαδικασίες κατάρτισης του συμμετοχικού προϋπολογισμού στις λαϊκές συνελεύσεις της γειτονιάς.
Δεν αφορά τη μειονότητα της τΣΥΡίΖΑς, αλλά η αλλαγή των ισορροπιών στην πόλη ενδιαφέρει τον ριζοσπάστη αριστερό, που παλεύει για την πολιτική ανατροπή. Ενδιαφέρει ακόμη και ορισμένους αντιεξουσιαστές που μπορούν να αντιληφθούν ότι οι καταλήψεις σπιτιών μπορούν να βαθύνουν το ρόλο τους ως εστίες αυτόνομου πολιτικού διαλόγου και καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Το σπάσιμο της αλυσίδας που κρατά 24 χρόνια ενδιαφέρει πρωτίστως τον δημότη που θέλει να δει το χώρο της Έκθεσης και τα στρατόπεδα μέσα στην πόλη να γίνονται πνεύμονες πρασίνου και συνδετήριες ζώνες του Σέιχ-Σου με το πάρκο της παραλίας. Δεν αφορά τον μόνιμα αραγμένο φραπεδιάρη, που απολαμβάνει τις αναπαραστάσεις της ιδιωτικής τηλεοπτικής του αισθητικής στην κλίμακα της πλατείας Αριστοτέλους.
Στη διακοπή της συνέχειας θα αντισταθεί σθεναρά και την έχει ήδη χρηματοδοτήσει, ο συστηματικά παραβατικός μαγαζάτορας και ο αποκλειστικός προμηθευτής της απερχόμενης Δημοτικής Αρχής. Τη διακοπή θα την ψηφίσει μόνο αυτός που θέλει τη ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ ΑΛΛΙΩΣ. Όχι για τον Μπουτάρη. Αλλά για την ευκαιρία που ανοίγει η εκλογή της παράταξής του και η συνεργασία με τις άλλες δημιουργικές δυνάμεις στο Δημοτικό Συμβούλιο, στις γειτονιές, στις διεκδικήσεις για ένα Δήμο με κοινωνική ευαισθησία στους δύσκολους καιρούς που έρχονται.
.