Κυριακή 12 Ιουνίου 2016

Έτσι στήθηκε το σκάνδαλο με τις σήραγγες της Εγνατίας

 


Βροχή δικαστικών προσφυγών με στόχο κοστολογήσεις έργων που δεν έγιναν ποτέ, πακτωλός εκατομμυρίων ευρώ που πλήρωσε στον αέρα το ελληνικό δημόσιο, υποψίες για παρασκηνιακές συμμαχίες πίσω από τα έδρανα των δικαστηρίων αναδύουν οσμή σκανδάλου στα όσα συνέβησαν με τις κατασκευές των σηράγγων της Εγνατίας οδού στην περιοχή της «Αρκούδας». Είναι η υπόθεση που άνοιξε την περασμένη εβδομάδα και διερευνά ο εισαγγελέας διαφθοράς Θεσσαλονίκης αντεισαγγελέας Εφετών Αχιλλέας Ζήσης.
Η απόφαση της προηγούμενης διοίκησης των Ρούτου - Κολλιόπουλου της Εγνατίας οδού Α.Ε. να στείλει στη δικαιοσύνη διαπιστώσεις νομικών που κλήθηκαν να βγάλουν τα κάστανα από τη φωτιά και να σώσουν ένα ποσό περίπου 35 εκατ. ευρώ, που ήδη καταβλήθηκε σε κατασκευαστές, αλλά και η έρευνα που άρχισε από το 2010 και κορυφώθηκε επί προεδρίας Χρήστου Βάρδα, πριν από τις εκλογές του περσινού Σεπτεμβρίου, ήταν οι κινήσεις που άρχισαν να… ξηλώνουν την κάλτσα των αποκαλύψεων στο εσωτερικό της εταιρείας.
Κορυφαίο ζήτημα, που όμως καλά γνωρίζοντες υποστηρίζουν ότι έχει… ουρές και άλλων δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ, είναι η κατασκευή σηράγγων όπως αυτή του Αγναντερού στην περιοχή των Γρεβενών. Η συγκεκριμένη κατασκευή από την εταιρεία ΑΤΤΙΚΑΤ, οι εκπρόσωποι της οποίας έχουν προσφύγει στα δικαστήρια, κόστισε στην Εγνατία οδό Α.Ε., επομένως στο ελληνικό δημόσιο, περίπου 25 εκατομμύρια ευρώ επιπλέον. Οι διοικήσεις της εταιρείας, την περίοδο 2005 - 07, δέχτηκαν και κατέβαλαν αυτά τα χρήματα ως επιπλέον κοστολόγηση του έργου, που αιφνιδιαστικά άλλαξε κατηγορία κατασκευής. Όπως σημειώνεται στη μηνυτήρια αναφορά που κατατέθηκε στον εισαγγελέα διαφθοράς και αποκαλύπτει σήμερα η «ΜτΚ», η κατασκευή της σήραγγας προϋπολογίστηκε να γίνει ως κατηγορίας Β, με συγκεκριμένο κόστος υλικών και τρόπου κατασκευής, μελετήθηκε γι’ αυτό, όμως στη συνέχεια πληρώθηκε ως ανώτερης κατηγορίας C με ακριβότερα υλικά.

Οι αλλαγές κατηγοριών
Και εκεί αρχίζουν τα παράδοξα. Η αλλαγή αυτή, όπως περιγράφεται στις διαπιστώσεις του νομικού γραφείου που ανέλαβε στα τέλη του περασμένου έτους την υπόθεση, με αφορμή δικαστικές αντιδικίες της Εγνατίας οδού Α.Ε. με την ΑΤΤΙΚΑΤ ακριβώς για το συγκεκριμένο ποσό, είναι παράλογη. Η ίδια η κατασκευάστρια εταιρεία φέρεται να δέχεται σε άλλη δικαστική προσφυγή της το 2007 και ενώ το έργο είναι σε εξέλιξη, ότι η κατασκευή της σήραγγας που έχει φτάσει σχεδόν στη μέση της γίνεται κατά τα πρότυπα της κατηγορίας Β. Ωστόσο στη συνέχεια εισπράττει επιπλέον 25 εκατομμύρια ευρώ και οι τότε διοικήσεις δέχονται ότι κατασκευάστηκε ως κατηγορίας C, που προϋποθέτει ακριβότερα υλικά, όπως όμως και άλλα μηχανήματα που σύμφωνα με τη μηνυτήρια αναφορά ποτέ δεν έφτασαν στα εργοτάξια, δεν δηλώθηκαν ούτε χρησιμοποιήθηκαν. «Δηλαδή πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικές κατασκευές σε προδιαγραφές και υλικά, και γι’ αυτό άλλωστε έχουν τόσο μεγάλη διαφορά τιμής ανά τρέχον μέτρο. Πώς είναι λοιπόν τεχνικώς δυνατόν η ΑΤΤΙΚΑΤ να 'αλλάξει' έπειτα από δύο, τρία ή τέσσερα χρόνια τις κατηγορίες από 'Β' σε 'C' στις ίδιες σήραγγες σε επόμενους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες εργασιών; Μήπως αποξήλωσε τους οπλισμούς και τις σκυροδετήσεις και τις επανακατασκεύασε με νέο πάχος και νέους οπλισμούς;», υπογραμμίζεται στη μηνυτήρια αναφορά που κατατέθηκε στον εισαγγελέα διαφθοράς.
Επίσης, υποστηρίζεται στην αναφορά ότι κατά τη διάρκεια εξέλιξης του έργου οι μηχανικοί στα ημερολόγιά τους καταγράφουν την καθημερινή εξέλιξη του έργου, στην κατηγορία που προϋπολογίστηκε και τελικά κατασκευάστηκε και από πουθενά δεν προέκυπτε ότι άλλαξε κατηγορία. «Αφού λοιπόν δεκάδες μηχανικοί κατά τις φάσεις διάνοιξης και κατασκευής των σηράγγων βεβαιώνουν στα ‘ημερήσια φύλλα’ του ημερολογίου έργου, ενυπογράφως και σε καθημερινή βάση ότι λόγου χάριν διανοίχτηκαν τρία ή τέσσερα μέτρα ημερησίως μίας συγκεκριμένης κατηγορίας είναι απολύτως αδύνατον, τεχνικώς και λογικώς, οι σήραγγες να αλλάζουν κατηγορίες σε ακριβότερες εκ των υστέρων», σημειώνεται στην αναφορά.
Αυτό που προξενεί εντύπωση είναι πώς η ίδια η κατασκευάστρια εταιρεία κατά τη διάρκεια εξέλιξης των έργων προσυπέγραψε το δεύτερο ανακεφαλαιωτικό πίνακα του έργου, χωρίς καμία επιφύλαξη. Μόνο που στον πίνακα αυτόν περιγραφόταν η εξέλιξη ως κατηγορίας Β, που στη συνέχεια η ίδια εταιρεία μετέτρεψε σε… κατηγορίας C.

Η προσφυγή
Ο ασκός του Αιόλου για την αποκάλυψη της υπόθεσης άνοιξε όταν η κατασκευάστρια εταιρεία κατέθεσε προσφυγή στα Πολιτικό Εφετείο Δυτικής Μακεδονίας, διεκδικώντας και επίσημα επιπλέον ποσό 34,4 εκατομμυρίων ευρώ, τόσο για τη συγκεκριμένη σήραγγα των 25 εκατ. ευρώ όσο και για άλλες επιπλέον εργασίες που υποστήριξε ότι έκανε.
Σύμφωνα με την προηγούμενη διοίκηση της Εγνατίας οδού Α.Ε., που οδήγησε την υπόθεση στη δικαιοσύνη, τα έργα αυτά δεν εκτελέστηκαν ποτέ, παρότι η κατασκευάστρια εισέπραξε τα επιπλέον κονδύλια.
Η προσφυγή στη δικαιοσύνη εκτιμάται ότι έγινε από την πλευρά της κατασκευάστριας, επειδή η Εγνατία οδός Α.Ε. δεν παρέλαβε το έργο έτσι όπως προβλήθηκε ότι έγινε, με συνέπεια, παρότι η ΑΤΤΙΚΑΤ είχε εισπράξει το ποσό, να παραμένουν δεσμευμένες οι εγγυητικές επιστολές των Τραπεζών ύψους περίπου 16 εκατομμυρίων ευρώ. Και μπορεί η συγκεκριμένη εταιρεία να έχει μπει στη διαδικασία του πτωχευτικού κώδικα, όμως η Εγνατία οδός Α.Ε. έχει τουλάχιστον τη δυνατότητα να διεκδικήσει τα ποσά των εγγυητικών από τα τραπεζικά ιδρύματα και να μειώσει τη ζημία που επήλθε με τις υπερκοστολογήσεις.
Παρότι η προσφυγή κατατέθηκε από το 2013 και δικάστηκε τον περσινό Δεκέμβριο, αλλά ακόμη επισήμως η απόφαση δεν έχει εκδοθεί, το παρασκήνιο για μεθοδεύσεις έφτανε στα αυτιά των διοικούντων της εταιρείας από το 2010. Έγκυρες πληροφορίες της «ΜτΚ» αναφέρουν ότι από την περίοδο εκείνη άρχισαν να παρατηρούνται οι πρώτες αντιδράσεις ορισμένων μελών της διοίκησης, μέχρι την κορύφωσή τους, όταν στην κορυφή της πυραμίδας ανέβηκε ο σημερινός αντιπρόεδρος του δικηγορικού συλλόγου και γραμματέας της νομαρχιακής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ Θεσσαλονίκης Χρήστος Βάρδας, ο οποίος παρέμεινε και μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου και παρέδωσε στη διοίκηση Δημήτρη Ρούτου, ο οποίος πριν παραδώσει στους σημερινούς διοικούντες, τον περασμένο Φεβρουάριο, κατέθεσε μηνυτήρια αναφορά στον εισαγγελέα διαφθοράς.
Το μείζον πάντως για τα πρώην στελέχη της Εγνατίας, που αποφάσισαν να παραπέμψουν την υπόθεση στη δικαιοσύνη, δεν ήταν μόνο η διεκδίκηση του συγκεκριμένου ποσού, αλλά κυρίως η αποκάλυψη των μεθοδεύσεων που έγιναν στο μεγαλύτερο δημόσιο έργο της χώρας, με συνέπεια να χαθούν εκατοντάδες εκατομμύρια από τον κρατικό κορβανά.

Οι διεκδικήσεις για τα χαμένα συνεχίζονται
Ο εισαγγελέας διαφθοράς Θεσσαλονίκης έχει επικεντρώσει την έρευνα για το καταγγελλόμενο σκάνδαλο στα όσα έγιναν με τις διεκδικήσεις που περιλαμβάνονται στην προσφυγή της εταιρείας ΑΤΤΙΚΑΤ, ποσού 34,4 εκατομμυρίων ευρώ. Ήδη έχει παραγγείλει τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, που ανέθεσε στην οικονομική αστυνομία, για να εξεταστεί εάν έχουν τελεστεί τα αδικήματα της κακουργηματικής απιστίας, με τις επιβαρυντικές διατάξεις του νόμου περί καταχραστών του δημοσίου, που προβλέπει μέχρι και ισόβια κάθειρξη.
Ωστόσο, έγκυρες πληροφορίες της «ΜτΚ» αναφέρουν πως το πρόβλημα δεν περιορίζεται μόνο στο συγκεκριμένο ποσό. Συνολικά, η συγκεκριμένη εταιρεία έχει καταθέσει προσφυγές για επιπλέον ποσά που ήδη έχει λάβει, ύψους 108 εκατομμυρίων ευρώ.
Μία παρόμοια δικαστική προσφυγή, για κατασκευές άλλων σηράγγων που αιφνίδια άλλαξαν κατηγορία και υλικά, εκκρεμεί στο πολιτικό εφετείο Λάρισας, καθώς τα έργα που έγιναν ανήκουν στη συγκεκριμένη περιφέρεια. Η δίκη είχε προγραμματιστεί να γίνει στις 3 Μαρτίου 2016, όμως αναβλήθηκε λόγω της αποχής των δικηγόρων. Πάντως η στάση της σημερινής διοίκησης της εταιρείας απέναντι σε αυτές τις διεκδικήσεις -πίσω από τις οποίες κρύβονται και άλλες δεσμευμένες εγγυητικές επιστολές- δεν είναι γνωστή. Δηλαδή εάν ακολουθήσει την ίδια επιθετική πολιτική με την προηγούμενη, καταγγέλλοντας όσα συνέβησαν και παραπέμποντας την υπόθεση στη δικαιοσύνη.
Η ιστορία των κατασκευών που συνοδεύονται από προσφυγές με υπερκοστολογήσεις, κύκλοι που γνωρίζουν καλά το «παιχνίδι» των δημοσίων έργων, έλεγαν πως δεν περιορίζεται μόνο στις σήραγγες της Εγνατίας οδού, όπως αποκαλύφτηκε. Υποστήριζαν πως ανάλογες κινήσεις έγιναν και σε άλλα σημεία του διεθνούς αυτοκινητόδρομου. «Δεν μπορεί οι ευθείες να κόστισαν περισσότερο από τις σήραγγες και τις κοιλαδογέφυρες», έλεγαν χαρακτηριστικά, αφήνοντας να εννοηθεί πως στο παρασκήνιο του έργου το δημόσιο έχασε εκατοντάδες εκατομμύρια, που κατέληξαν στις τσέπες διαφόρων.
Το ερώτημα βέβαια που τίθεται είναι με ποιον τρόπο η Εγνατία οδός Α.Ε. έσπευσε να εξοφλήσει τις εργασίες, παρ’ ότι αυτές υπερκοστολογήθηκαν. «Η εταιρεία προέβη σε εξοφλήσεις με ανυπόγραφες επιμετρήσεις και μάλιστα για εργασίες άσχετες και άλλες από αυτές που αναφέρονται στο ημερολόγιο έργου στα καθημερινά επιμετρητικά φύλλα εργασιών και σε παλαιότερους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες εργασιών», τονίζεται στη μηνυτήρια αναφορά, που είναι ένα από τα κύρια αντικείμενα της εισαγγελικής έρευνας.


Καταγγέλλουν «ηττοπάθεια» της νομικής υπηρεσίας
Στη μηνυτήρια αναφορά περιλαμβάνεται πλήθος επισημάνσεων που έχουν να κάνουν με το χειρισμό των υποθέσεων στα δικαστήρια από την πλευρά της Εγνατίας οδού Α.Ε. και ειδικά επί των συγκεκριμένων προσφυγών για τη διεκδίκηση των 34,4 εκατομμυρίων ευρώ, που συνεκδικάστηκαν από το πολιτικό εφετείο Δυτικής Μακεδονίας στις 2 Δεκεμβρίου 2015.
«Θα ηττηθούμε» φέρεται να είναι η απάντηση που δίνουν εγγράφως οι νομικοί σύμβουλοι της εταιρείας στη διοίκηση, στην ερώτηση που τίθεται για τις συνεχείς αναβολές της υπόθεσης επί του δικαστηρίου. Έγκυρες πληροφορίες αναφέρουν πως η συγκεκριμένη διοίκηση Ρούτου - Κολλιόπουλου έκανε τα αδύνατα δυνατά, για να συζητηθούν οι συγκεκριμένες προσφυγές στο δικαστήριο και ότι παρασκηνιακά προηγούμενες διοικήσεις πίεζαν για την αναβολή τους.
Ένα σημαντικό σκέλος της έρευνας, που έχει διατάξει ο εισαγγελέας διαφθοράς, αφορά το αδίκημα της απάτης επί δικαστηρίω. Στη μηνυτήρια αναφορά, στην οποία περιλαμβάνονται οι επισημάνσεις του ανεξάρτητου δικηγορικού γραφείου για την υπόθεση, οι ισχυρισμοί για τους χειρισμούς της νομικής υπηρεσίας της εταιρείας προκαλούν ερωτήματα.
«Η νομική υπηρεσία προβαίνει σε συμφωνίες με τους αντίδικους δικηγόρους της κατασκευάστριας εταιρείας χωρίς ενημέρωση και εντολές της διοίκησης της Εγνατίας οδού Α.Ε.», υπογραμμίζεται. Μάλιστα περιγράφεται περιστατικό που έγινε στην αίθουσα του εφετείου Δυτικής Μακεδονίας, όπου μέλος της νομικής υπηρεσίας εμφανίστηκε για να ζητήσει αναβολή της υπόθεσης όταν ο εξωτερικός δικηγόρος είχε εντολή της διοίκησης να τη δικάσει. «Η σωρεία αναβολών και η σώρευση αδίκαστων προσφυγών της ΑΤΤΙΚΑΤ κυριολεκτικώς ‘ανατινάζει’ τον ισολογισμό της εταιρείας και πρακτικώς ‘εκμηδενίζει’ την εκάστοτε αξία της», επισημαίνεται στη μηνυτήρια αναφορά.
Το σημαντικότερο είναι όμως πως το εξωτερικό δικηγορικό γραφείο εκφράζει τη νομική εκτίμηση πως οι προσφυγές της κατασκευάστριας εταιρείας σε βάρος της Εγνατίας δεν έχουν δικαστική τύχη, καθώς τα ίδια δικαστήρια έχουν κρίνει τις ίδιες υποθέσεις παλιότερα, απέρριψαν παρόμοιες προσφυγές, επομένως υπάρχει δεδικασμένο υπέρ της Εγνατίας για τα ίδια έργα. Μάλιστα επισημαίνει πως τα μέλη της νομικής υπηρεσίας γνώριζαν το δεδικασμένο αυτό, όμως έλεγαν ότι «οι συγκεκριμένες προσφυγές θα γίνουν δεκτές από το δικαστήριο», δικαιώνοντας την κατασκευάστρια εταιρεία. «Εκτιμώ ότι υπήρχε ενσυνείδητη απόκρυψη των εξαιρετικά κρίσιμων αυτών στοιχείων από τη διοίκηση, κατά τη γνωμάτευση την οποία είχε παλιότερα ζητήσει η διοίκηση της εταιρείας», καταλήγει στο συμπέρασμά του το ανεξάρτητο δικηγορικό γραφείο.
Του Κώστα Καντούρη
kantouris@hotmail.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: